Πεζόδρομος Ηπίτου
Στο Βρόγχο της οδηγικής συμπεριφοράς
Ο συνδυασμός του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας με την οδηγική συμπεριφορά μπορεί να μας δώσει έναν πολύ καλό δείκτη των χαρακτηριστικών που παίρνει ο δημόσιος χώρος μέσα σε κάθε πολιτισμική ενότητα. Ειδικά όταν αναλογιστούμε την αναλογία της έκτασης του οδικού δικτύου με τους χώρους αποκλειστικής χρήσης από πεζούς. Στο ελληνικό παράδειγμα ο δείκτης αυτός συνηγορεί συστηματικά για την ύπαρξη και την ισχύ του ιδιώδημου.
Η οδηγική συμπεριφορά είναι ένα από τα λίγα στοιχεία που φέρνουν τον πολίτη σε συνεχή επαφή με το ιδιώδημο εξαναγκάζοντας την συνειδητή αντίληψή του. Η κίνηση μέσα στο αστικό περιβάλλον, τόσο από την σκοπιά του οδηγού όσο και από την σκοπιά του πεζού, εμποτίζονται από τον κίνδυνο της μη προβλεψιμότητας που επιφέρει η ερμηνεία ενός, κατά τ’ άλλα, ορισμένου συστήματος κανόνων. Από την πλευρά των πεζών, ως την πρώτη και βασικότερη συνθήκη κίνησης, ο Γρηγόρης σηματοδοτεί το χρονικό περιθώριο για την διάσχιση του δρόμου αλλά μόνο αφού υπάρξουν οι κατάλληλες συνθήκες. Για τον πεζό είναι πιο σημαντική η γνώση αυτών των συνθηκών γιατί όχι μόνο θα του επιτρέψουν την ασφαλή διάσχιση αλλά και γιατί θα τον βοηθήσουν σε επόμενο χρόνο να ασκήσει και ο ίδιος ερμηνεία πάνω στους φωτεινούς σηματοδότες. Στους επισκέπτες αυτής της πόλης τα σταυροδρόμια (με την ευρύτερη χωρική σημασία) είναι μέρη απορίας και διαλογισμού.
Με τον τρόπο αυτό, η οδηγική συμπεριφορά δημιουργεί συνθήκες εργαστηρίου όταν επιχειρούμε να εξετάσουμε τα φαινόμενα του ιδιώδημου. Δημιουργεί ένα χρονικό παράθυρο όπου η ακολουθία ερμηνεία-απόφαση-ερμηνεία-απόφαση γίνεται αντιληπτή και φανερώνει την εμπρόθετη αστοχία του χρήστη να συνακολουθήσει την κοινή ‘’πορεία’’ που απαιτεί εξ’ ορισμού ο δημόσιος χώρος. Τα φαινόμενα παραβατικότητας, σε συνθήκες είτε κίνησης είτε στάσης, από τους οδηγούς δείχνουν την επικυριαρχία της άμεσα εμφανιζόμενης προσωπικής ανάγκης πάνω στην πιθανή μελλοντική ανάγκη του άλλου. Η βασική έννοια που αμφισβητείται είναι η συνέργεια και η συχνή έκθεση σε τέτοια φαινόμενα δεν μπορεί παρά να προκαλεί ατροφία της ικανότητας για συνδιαμόρφωση και αποδοχή του κοινού τόπου. Σε ένα τέτοιον ατέρμον βρόγχο μόνο τα εξωγενή στοιχεία έχουν την δυνατότητα να επιφέρουν αλλαγή.
Ο συνδυασμός του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας με την οδηγική συμπεριφορά μπορεί να μας δώσει έναν πολύ καλό δείκτη των χαρακτηριστικών που παίρνει ο δημόσιος χώρος μέσα σε κάθε πολιτισμική ενότητα. Ειδικά όταν αναλογιστούμε την αναλογία της έκτασης του οδικού δικτύου με τους χώρους αποκλειστικής χρήσης από πεζούς. Στο ελληνικό παράδειγμα ο δείκτης αυτός συνηγορεί συστηματικά για την ύπαρξη και την ισχύ του ιδιώδημου.
Η οδηγική συμπεριφορά είναι ένα από τα λίγα στοιχεία που φέρνουν τον πολίτη σε συνεχή επαφή με το ιδιώδημο εξαναγκάζοντας την συνειδητή αντίληψή του. Η κίνηση μέσα στο αστικό περιβάλλον, τόσο από την σκοπιά του οδηγού όσο και από την σκοπιά του πεζού, εμποτίζονται από τον κίνδυνο της μη προβλεψιμότητας που επιφέρει η ερμηνεία ενός, κατά τ’ άλλα, ορισμένου συστήματος κανόνων. Από την πλευρά των πεζών, ως την πρώτη και βασικότερη συνθήκη κίνησης, ο Γρηγόρης σηματοδοτεί το χρονικό περιθώριο για την διάσχιση του δρόμου αλλά μόνο αφού υπάρξουν οι κατάλληλες συνθήκες. Για τον πεζό είναι πιο σημαντική η γνώση αυτών των συνθηκών γιατί όχι μόνο θα του επιτρέψουν την ασφαλή διάσχιση αλλά και γιατί θα τον βοηθήσουν σε επόμενο χρόνο να ασκήσει και ο ίδιος ερμηνεία πάνω στους φωτεινούς σηματοδότες. Στους επισκέπτες αυτής της πόλης τα σταυροδρόμια (με την ευρύτερη χωρική σημασία) είναι μέρη απορίας και διαλογισμού.
Με τον τρόπο αυτό, η οδηγική συμπεριφορά δημιουργεί συνθήκες εργαστηρίου όταν επιχειρούμε να εξετάσουμε τα φαινόμενα του ιδιώδημου. Δημιουργεί ένα χρονικό παράθυρο όπου η ακολουθία ερμηνεία-απόφαση-ερμηνεία-απόφαση γίνεται αντιληπτή και φανερώνει την εμπρόθετη αστοχία του χρήστη να συνακολουθήσει την κοινή ‘’πορεία’’ που απαιτεί εξ’ ορισμού ο δημόσιος χώρος. Τα φαινόμενα παραβατικότητας, σε συνθήκες είτε κίνησης είτε στάσης, από τους οδηγούς δείχνουν την επικυριαρχία της άμεσα εμφανιζόμενης προσωπικής ανάγκης πάνω στην πιθανή μελλοντική ανάγκη του άλλου. Η βασική έννοια που αμφισβητείται είναι η συνέργεια και η συχνή έκθεση σε τέτοια φαινόμενα δεν μπορεί παρά να προκαλεί ατροφία της ικανότητας για συνδιαμόρφωση και αποδοχή του κοινού τόπου. Σε ένα τέτοιον ατέρμον βρόγχο μόνο τα εξωγενή στοιχεία έχουν την δυνατότητα να επιφέρουν αλλαγή.
Οδός Μπουμπουλίνας
Οδός Σουλτάνη
Οδός Σουλτάνη
Οδός Σουλτάνη
Οδός Σουλτάνη
Οδός Θεμιστοκλέους
Πεζόδρομος Αιόλου
Οδός Αγ.Μάρκου
Οδός Αγ.Μάρκου
Οδός Αγ.Μάρκου
Οδός Ευαγγελίστριας
Οδός Ευαγγελίστριας
Οδός Αγ. Φιλοθέης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου